disadvantage$21609$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

disadvantage$21609$ - translation to ελληνικό

ARGUMENT THAT A TEAM BRINGS UP AGAINST A POLICY ACTION THAT IS BEING CONSIDERED
Poltix; Business Confidence Disadvantage; Linear disadvantage; Politics disadvantage

disadvantage      
n. μειονέκτημα

Ορισμός

disadvantage
¦ noun an unfavourable circumstance or condition.
¦ verb put in an unfavourable position.
?[as adjective disadvantaged] in socially or economically deprived circumstances.

Βικιπαίδεια

Disadvantage

In policy debate, a disadvantage (here abbreviated as DA) is an argument that a team brings up against a policy action that is being considered. A disadvantage is also used in the Lincoln-Douglas debate format.